Τόσο στα «παραδοσιακά» ΜΜΕ όσο και στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, ένας καλοκουρδισμένος προπαγανδιστικός μηχανισμός προσπαθεί με άθλια ψεύδη και κατασκευασμένες ειδήσεις να ξεπλύνει τη βαρβαρότητα του κράτους του Ισραήλ, να χαρακτηρίσει «τρομοκρατία» τον αγώνα του παλαιστινιακού λαού και να ενοχοποιήσει την αντίστασή του, να υπονομεύσει και να συκοφαντήσει την τεράστια λαϊκή αλληλεγγύη που εκφράζεται σε όλο τον κόσμο.
Το μεγαλύτερο παράδειγμα της εκστρατείας προπαγάνδας που παρακολουθούμε αυτές τις μέρες είναι η σφαγή σε νοσοκομείο στη Γάζα, όπου επιχειρείται να ξεπλυθεί το Ισραήλ για τη δολοφονία εκατοντάδων αμάχων, παρά το γεγονός ότι το ίδιο νοσοκομείο είχε βομβαρδιστεί ξανά από τον ισραηλινό στρατό λίγες μέρες πριν και ο διοικητής του είχε λάβει πολλαπλές εντολές εκκένωσης από τον ισραηλινό στρατό, που σημαίνει ότι ήταν «κλειδωμένος» στόχος.
Αφού το κράτος του Ισραήλ αρχικά επικαλέστηκε άγνοια για τον βομβαρδισμό του νοσοκομείου και δήλωσε ότι «το περιστατικό ερευνάται», μετά από αρκετή ώρα έριξε το φταίξιμο πρώτα στη Χαμάς και έπειτα στην «Ισλαμική Τζιχάντ», η οποία «είναι υπεύθυνη για την αποτυχημένη εκτόξευση ρουκετών, που έπληξαν το νοσοκομείο», σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση.
Το διαδίκτυο γρήγορα κατακλύστηκε από «αποδεικτικά στοιχεία»: Ο διάσημος «influencer» Hananya Naftali ανάρτησε ένα βίντεο στο Twitter (πλέον X) με τη λεζάντα: «Η "Ισλαμική Τζιχάντ" βομβάρδισε ένα νοσοκομείο στη Γάζα. Εκτόξευσε ένα μπαράζ ρουκετών στο Ισραήλ και μία από αυτές εκπυρσοκρότησε και χτύπησε ένα νοσοκομείο, σκοτώνοντας εκατοντάδες».
Το βίντεο συγκέντρωσε μέσα σε δύο μέρες πάνω από 11 εκατομμύρια θεάσεις, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο, καθώς είναι από το 2022 και δείχνει τα σπίτια της Γάζας ηλεκτροδοτημένα, πράγμα που δεν συμβαίνει πλέον, καθώς το Ισραήλ έχει διακόψει την ηλεκτροδότηση στη Λωρίδα της Γάζας.
Λίγο πριν, ο ίδιος προπαγανδιστής διαφήμιζε την επίθεση στο νοσοκομείο ως κατόρθωμα του ισραηλινού στρατού. Αργότερα βέβαια, το ίδιο το Ισραήλ εξαφάνισε δικό του βίντεο, αφού είχε μέχρι και λανθασμένη ώρα (!) και αρχικά παρουσιάστηκε σαν «τεκμήριο» για το ότι το νοσοκομείο επλήγη από παλαιστινιακή ρουκέτα. «Στον κουβά» κατέληξε και η προσπάθεια των ισραηλινών υπηρεσιών να παρουσιάσουν ως «υποκλοπή» από στελέχη της Χαμάς μια συνομιλία - ανάληψη ευθύνης για το μακελειό, που αμφισβητήθηκε όμως έντονα και καταρρίφθηκε με αδιαμφισβήτητα επιχειρήματα.
Βέβαια, όλους αυτούς που αναπαρήγαγαν αμάσητο τον προπαγανδιστικό οχετό των ισραηλινών υπηρεσιών, ανάμεσά τους και την πλειοψηφία των αστικών ΜΜΕ στη χώρα μας, δεν τους απασχόλησε ούτε στιγμή αν είναι δυνατόν «τεχνικά» οι πύραυλοι που εκτοξεύει η Χαμάς να προκαλέσουν τέτοιο πλήγμα, παρόλο που μια σειρά αναλύσεις στα «δυτικά» ΜΜΕ το αμφισβητούν με στοιχεία. Και βέβαια δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτα για τις ισραηλινές προειδοποιήσεις, λίγες ώρες πριν το χτύπημα, ότι θα βομβαρδίσουν μια σειρά νοσοκομεία με το πρόσχημα ότι κρύβουν «τρομοκράτες».
Η προσπάθεια πολλών διεθνών μέσων ενημέρωσης να «ευθυγραμμιστούν» με την κυρίαρχη προπαγάνδα, όσο αυτή εξελισσόταν, αποτυπώνεται και στους «New York Times», που άλλαξαν τον τίτλο της είδησης 3 φορές μέσα σε μία ώρα (!) στην ιστοσελίδα τους: Από «Ισραηλινό χτύπημα σκοτώνει εκατοντάδες σε νοσοκομείο, αναφέρουν οι Παλαιστίνιοι», έγινε «Τουλάχιστον 500 νεκροί από χτύπημα σε νοσοκομείο στη Γάζα, αναφέρουν οι Παλαιστίνιοι» και στο τέλος «Τουλάχιστον 500 νεκροί από έκρηξη σε νοσοκομείο στη Γάζα, αναφέρουν οι Παλαιστίνιοι».
Δεν είναι η πρώτη φορά που το κράτος του Ισραήλ επιρρίπτει στους Παλαιστίνιους την ευθύνη, για να την αναλάβει αργότερα, όταν η επικαιρότητα «καταλαγιάσει». Τον Αύγουστο του 2022, για παράδειγμα, Ισραηλινοί αξιωματούχοι αποδέχτηκαν ότι μία ισραηλινή επίθεση σκότωσε 5 παιδιά στη Γάζα, ενώ αρχικά κατηγόρησαν πύραυλο της «Ισλαμικής Τζιχάντ»1.
Η ίδια τακτική είχε ακολουθηθεί μετά τη δολοφονία της δημοσιογράφου Shireen Abu Akleh, όπου, παρά τα αποδεικτικά βίντεο, ο Ισραηλινός στρατός είχε κατηγορήσει τους Παλαιστίνιους, πριν ανακοινώσει ότι «πιθανώς η σφαίρα προήλθε από στρατιώτη του Ισραήλ»2.
Οι πρώτες μεγάλες ιστορίες αυτού του πολέμου, που διαδόθηκαν σχετικά γρήγορα, αποδείχθηκαν ψεύδη. Οπως η ιστορία με τα 40 αποκεφαλισμένα μωρά σε ισραηλινό κιμπούτς, με τους «London Times» να φιλοξενούν στο εξώφυλλο την «είδηση», η οποία όμως συνοδευόταν από φωτογραφία τραυματισμένων παιδιών ...από την Παλαιστίνη!
Για να γίνει πιο πειστική η ιστορία εφαρμόστηκαν «κλασικές» τεχνικές από μια σειρά μέσα ενημέρωσης. Για παράδειγμα, στην ιστοσελίδα της «New York Post» η φράση «Σφαγιάστηκαν τουλάχιστον 40 μωρά» έχει υπερσύνδεσμο, για να δίνει την αίσθηση ότι κατευθύνει στα «αποδεικτικά στοιχεία». Ωστόσο κατευθύνει απλά σε μία άλλη ανάρτηση, σχετική με Ισραηλινούς ομήρους από τη Χαμάς3.
Αντίστοιχες «τεχνικές» εφαρμόστηκαν και στην Ελλάδα. Στην ιστοσελίδα της «Καθημερινής» διαβάζουμε τίτλο «Jerusalem Post: Πραγματικές οι εικόνες με αποκεφαλισμένα μωρά στο Κφαρ Αζά. Τις φωτογραφίες είδε, όπως αναφέρει το ισραηλινό μέσο, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν κατά την επίσκεψή του στο Ισραήλ». Εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι τις ίδιες φωτογραφίες υποτίθεται πως είδε και ο Πρόεδρος Μπάιντεν, ενώ στη συνέχεια ο Λευκός Οίκος αναγκάστηκε να «διευκρινίσει» ότι ο Πρόεδρος είδε τα δημοσιεύματα και όχι τις ίδιες τις φωτογραφίες.Στον τίτλο άλλου ελληνικού μέσου διαβάζουμε: «Αδιανόητη φρίκη από τη Χαμάς: Σκότωσαν 40 βρέφη σε κιμπούτς, βρέθηκαν αποκεφαλισμένοι οι γονείς [προσοχή σκληρές εικόνες]». Ωστόσο στο κείμενο, αφού προηγείται μια εικόνα με μια ματωμένη κούνια μωρού που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Αμυνας του Ισραήλ, αναφέρεται: «Κάποιοι κάνουν λόγο και για αποκεφαλισμένα μωρά, αλλά η πληροφορία δεν έχει επιβεβαιωθεί και πιθανώς να είναι fake news»4.
Η ίδια η δημοσιογράφος που μετέδωσε την είδηση (βίντεο της οποίας παραμένει και τώρα στην παραπάνω ανάρτηση) υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση, «διευκρινίζοντας» σε ανάρτησή της στο X ότι η πληροφορία δεν είχε προέλθει από δική της έρευνα - αυτοψία, αλλά από «Ισραηλινούς στρατιώτες». Κανένα από τα παραπάνω «ρεπορτάζ» δεν έχει συμπληρωθεί με ανακοίνωση του ισραηλινού στρατού ότι δεν μπορεί να επιβεβαιώσει την ιστορία.
Τεράστια προβολή έλαβε και η ιστορία της Γερμανοεβραίας Σάνι Λουκ, που ενώ υποτίθεται ότι βιάστηκε και σκοτώθηκε στο μουσικό φεστιβάλ όπου επιτέθηκε η Χαμάς, αργότερα επιβεβαιώθηκε ότι είναι ζωντανή και νοσηλεύεται σε νοσοκομείο στη Γάζα.
Μόλις έγινε γνωστή η είδηση σχετικά με το φεστιβάλ, κυκλοφόρησαν βίντεο που έδειχναν το πώς οι Παλαιστίνιοι προχώρησαν σε εκτελέσεις. Ωστόσο πολλά από αυτά τα βίντεο είναι από εκτελέσεις που βιντεοσκόπησε ο ISIS χρόνια πριν! Για το ίδιο φεστιβάλ υπήρξε πληθώρα αναφορών για βιασμούς γυναικών, όπως αυτές στους «Los Angeles Times», οι οποίοι, αφού αναπαρήγαγαν τους ισχυρισμούς ως «ειδήσεις» όλο το Σαββατοκύριακο, το πρωί της Δευτέρας 9 Οκτώβρη αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι «τέτοιες αναφορές δεν έχουν τεκμηριωθεί»!
Για το συγκεκριμένο φεστιβάλ υπάρχουν εκατοντάδες μαρτυρίες επιζώντων της επίθεσης, αλλά καμία δεν έχει λάβει τόση δημοσιότητα όση η ιστορία της Σάνι Λουκ. Δεν έγινε ιδιαίτερα γνωστή π.χ. η μαρτυρία της 27χρονης Μιχάλ Οχάνα, που βρέθηκε εκεί από την Πορτογαλία. Οπως η ίδια είπε, και κατέγραψε σε βίντεο, μαζί με την παρέα της βρήκαν καταφύγιο σε ένα τανκ του ισραηλινού στρατού το οποίο - όπως υποστήριξε η ίδια - βρέθηκε στον χώρο του φεστιβάλ, αλλά μέσα σε αυτό «δεν υπήρχαν στρατιώτες»...
Λίγο δύσκολο να πιστέψει κανείς μετά από αυτό ότι δεν υπήρχε στρατιωτική παρουσία στο φεστιβάλ και ότι δεν έγινε μάχη, με θύματα και κάποιους από τους θαμώνες.
Ούτε η μαρτυρία της Γιασμίν Ποράτ έγινε ιδιαίτερα γνωστή, παρά τα όσα σοκαριστικά έχει περιγράψει σε πολλές συνεντεύξεις της στο Ισραήλ. Η ίδια μαζί με άλλους ξέφυγε από το φεστιβάλ και βρήκε καταφύγιο σε ένα κιμπούτς, στο οποίο κρατήθηκε μαζί με άλλους ομήρους των μαχητών της Χαμάς. Από τη μάχη που ακολούθησε επέζησαν μόνο αυτή και ένας μαχητής της Χαμάς, καθώς ο δεύτερος αποφάσισε να παραδοθεί. Οι υπόλοιποι όμηροι σκοτώθηκαν «αναμφίβολα από διασταυρούμενα πυρά», όπως αναφέρει η ίδια, που σημαίνει σε μάχη της Χαμάς με δυνάμεις του Ισραήλ.
Το να πεις ότι τα ΜΜΕ εξυπηρετούν τα ευρύτερα συμφέροντα της αστικής τάξης, αλλά και τα ιδιαίτερα των ιδιοκτητών τους, είναι κοινοτοπία. Στην περίπτωση του «Politico», που εδρεύει στη Γερμανία, το έκανε ξεκάθαρο ο ίδιος ο νέος ιδιοκτήτης του, Αξελ Σπρίνγκερ, που όταν το εξαγόρασε έδωσε ξεκάθαρη κατεύθυνση για τη στάση του μέσου απέναντι στο Ισραήλ.
Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δήλωσε ότι η υποστήριξη προς το Ισραήλ είναι «γερμανικό καθήκον (...) Αυτό το συναίσθημα - και άλλα, όπως η υποστήριξη για μια ενωμένη Ευρώπη και μια οικονομία ελεύθερης αγοράς - είναι σαν Σύνταγμα, ισχύουν για κάθε υπάλληλο της εταιρείας μας. (...) Οι εργαζόμενοι που διαφωνούν δεν πρέπει να εργάζονται για τον Αξελ Σπρίνγκερ, πολύ ξεκάθαρα»5.
Και μόνο αυτό είναι αρκετό για να αντιληφθεί κανείς την «αντικειμενικότητα» και την «αμεροληψία» του μέσου, ειδικά όταν κλιμακώνεται το έγκλημα του Ισραήλ ενάντια στην Παλαιστίνη.
Αλλά και η Γερμανική Κρατική Τηλεόραση, η «Deutsche Welle», η ακαδημία της οποίας κάνει και σεμινάρια σε δημοσιογράφους στην Ελλάδα, έστειλε το 2021 ένα εσωτερικό σημείωμα στους υπαλλήλους, απαγορεύοντάς τους να χρησιμοποιούν ορολογία όπως «αποικιοκρατία» και «απαρτχάιντ» όταν περιγράφουν το Ισραήλ.«Ποτέ δεν αναφερόμαστε σε ένα ισραηλινό "απαρτχάιντ" ή σε ένα "καθεστώς απαρτχάιντ" στο Ισραήλ. Αποφεύγουμε επίσης να αναφερόμαστε σε "αποικιοκρατία" ή "αποικιοκράτες"», σημειώνεται στο έγγραφο.
Μάλιστα η διοίκηση υποστηρίζει ότι «σεβόμαστε την ελευθερία του λόγου και της γνώμης και το δικαίωμα των ανθρώπων να επικρίνουν οποιαδήποτε από τις εμπλεκόμενες πλευρές», αλλά, προσθέτει, «η κριτική στο Ισραήλ γίνεται αντισημιτισμός όταν προσπαθεί να αμαυρώσει, να δυσφημήσει και να απονομιμοποιήσει το κράτος του Ισραήλ».
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που σε μεγάλα δίκτυα έχουν απολυθεί εργαζόμενοι επειδή κατέκριναν το Ισραήλ, ή επειδή εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους στον παλαιστινιακό λαό.
Τον Οκτώβρη του 2022 ο Χοσάμ Σάλεμ, Παλαιστίνιος φωτογράφος που εργαζόταν ως freelancer για τους «New York Times» επί 4 χρόνια στη Γάζα, απολύθηκε όταν μια φιλοϊσραηλινή οργάνωση ειδοποίησε την εφημερίδα για αναρτήσεις του στο Facebook, στις οποίες είχε εκφράσει την υποστήριξή του στην παλαιστινιακή αντίσταση.
Τον Νοέμβρη του 2018 ο Μαρκ Λάμοντ Χιλ, καθηγητής ΜΜΕ και πολιτικός σχολιαστής στο CNN, απολύθηκε μετά την ομιλία του στα Ηνωμένα Εθνη για το Ισραήλ, στην οποία ανέφερε ότι η Παλαιστίνη πρέπει να απελευθερωθεί. Τον Γενάρη του 2022 η Κέιτι Χάλπερ, δημοσιογράφος στην αμερικανική «The Hill», απολύθηκε επειδή αποκάλεσε το Ισραήλ «κράτος απαρτχάιντ». Και αυτές είναι κάποιες ενδεικτικές μόνο αναφορές.
Το πλέγμα της προπαγάνδας του κράτους του Ισραήλ συμπληρώνεται από το δίκτυο που έχει στήσει ειδικά για την παρέμβαση στο διαδίκτυο και στα ΜΚΔ. Η κυβέρνηση του Ισραήλ ξεκίνησε από την πρώτη στιγμή μια σαρωτική εκστρατεία στα ΜΚΔ σε δυτικές χώρες, προκειμένου να ενισχύσει την υποστήριξη στις δολοφονικές στρατιωτικές επιχειρήσεις ενάντια στον λαό της Παλαιστίνης.
Με εικόνες και βίντεο βίας, σε λίγο περισσότερο από μία βδομάδα, το υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ έχει προβάλει 30 διαφορετικές διαφημίσεις που έχουν προβληθεί πάνω από 4 εκατομμύρια φορές στο X, σύμφωνα με τα στοιχεία της πλατφόρμας. Τα πληρωμένα βίντεο και οι φωτογραφίες, που άρχισαν να εμφανίζονται στις 12 Οκτωβρίου, έχουν αναπαραχθεί κυρίως από ενήλικες άνω των 25 ετών στις Βρυξέλλες, στο Παρίσι, στο Μόναχο και στη Χάγη, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία.
Οι διαφημίσεις σκοπό είχαν να ταυτίσουν τον παλαιστινιακό λαό με τρομοκράτες, όπως αυτούς του ISIS, με φρικιαστικές εικόνες. Μία απ' αυτές ήταν και η εικόνα της Σάνι Λουκ αναίσθητης σε ένα αγροτικό αυτοκίνητο, κάτι που αργότερα αποδείχθηκε fake news. Μόνο στο YouTube το ισραηλινό υπουργείο Εξωτερικών έχει κυκλοφορήσει πάνω από 75 διαφορετικές διαφημίσεις.
Η ίδια η εκστρατεία του ΥΠΕΞ του Ισραήλ, όπως και ο τεράστιος όγκος παραπληροφόρησης και ψευδών ειδήσεων που διακινείται στις πλατφόρμες των ΜΚΔ, πυροδότησε ξανά τη συζήτηση για τον ρόλο των εταιρειών που τις κατέχουν. Ο επίτροπος της ΕΕ για την εσωτερική αγορά, Τιερί Μπρετόν, την προηγούμενη βδομάδα «προειδοποίησε» τις εταιρείες με «αυστηρές οικονομικές κυρώσεις» σε περίπτωση που δεν μπορέσουν να ελέγξουν την πλημμύρα παραπληροφόρησης στις πλατφόρμες τους, δείχνοντας βέβαια προς την πλευρά της Χαμάς και όχι του Ισραήλ.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα μεγάλα μονοπώλια των νέων τεχνολογιών έχουν διαλέξει πλευρά. Εκατοντάδες διευθυντικές θέσεις σε εταιρείες όπως η «Google», η «Microsoft» και η «Meta» (πρώην «Facebook») στελεχώνονται από ανθρώπους που υπηρέτησαν στη Μονάδα Κυβερνοπολέμου «8200», που υπάγεται στη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών του Ισραήλ και από την οποία έχουν «περάσει» πολλοί πριν γίνουν επιχειρηματίες στον κλάδο των νέων τεχνολογιών στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στο ίδιο το Ισραήλ.
Σύμφωνα με μελέτη του δημοσιογράφου Αλαν Μακλάουντ το 2022, στην πλατφόρμα LinkedIn αναφέρονται τουλάχιστον 99 βετεράνοι της «8200» που εργάζονται στην «Google» και τουλάχιστον 166 που πλέον εργάζονται στη «Microsoft».
Επίσης, ένα από τα 23 μέλη του Συμβουλίου Εποπτείας του Facebook, το όργανο δηλαδή που αποφασίζει ποια είδη περιεχομένου θα γίνουν δεκτά και τι θα πρέπει να λογοκριθεί, να διαγραφεί και να κατασταλεί, είναι ο Εμι Πάλμορ, βετεράνος της Μονάδας «8200», που αργότερα έγινε γενικός διευθυντής του ισραηλινού υπουργείου Δικαιοσύνης.
Σε αυτόν τον ρόλο δημιούργησε τη λεγόμενη «Διαδικτυακή Μονάδα Παραπομπής», η οποία έχει σκοπό να πιέσει το Facebook για να διαγράφει παλαιστινιακό περιεχόμενο στην πλατφόρμα του. Αλλά και ο Εγιάλ Κλάιν, επικεφαλής Data Science του Facebook Messenger από το 2020, υπηρέτησε για 6 χρόνια στην ισραηλινή στρατιωτική μονάδα. Σήμερα είναι επιφορτισμένος με τον χειρισμό ζητημάτων απορρήτου για δισεκατομμύρια χρήστες των πλατφορμών της «Meta».
Ο Γάβριελ Γκοϊντέλ, που στο διάστημα 2010 - 2016 έφτασε στην «8200» να είναι «επικεφαλής μιας μεγάλης ομάδας πρακτόρων που εξέταζαν τα δεδομένα των μυστικών υπηρεσιών για να κατανοήσουν τα μοτίβα των εχθρικών ακτιβιστών», είναι από το 2002 «Head of Strategy and Operations» στην «Google».
Αλλα τέτοια παραδείγματα αποτελούν ο Τζόναθαν Κοέν, αρχηγός ομάδας κατά τη θητεία του στην «8200» (2000 - 2003) και εδώ και 14 χρόνια στην «Google», σε διάφορες ανώτερες θέσεις, ενώ σήμερα είναι επικεφαλής πληροφοριών, δεδομένων και μετρήσεων.
Επίσης, ο Ορι Ντάνιελ μεταξύ 2003 και 2006 ήταν ειδικός τεχνικών λειτουργιών στην «8200». Μετά από μια θητεία στην «Palantir», εντάχθηκε στην «Google» το 2018, σε διευθυντική θέση. Τέλος, ο Μπεν Μπάριαχ, που μεταξύ 2007 και 2011 υπηρέτησε ως αξιωματικός πληροφοριών στην «8200», όπου «διοικούσε στρατηγικές ομάδες ελίτ αξιωματικών και επαγγελματιών». Από το 2016 εργάζεται στην «Google», στο Λονδίνο. Μεταξύ 2018 και 2020 επικεντρώθηκε στην αντιμετώπιση «αμφιλεγόμενου περιεχομένου, παραπληροφόρησης και ασφάλειας στον κυβερνοχώρο».
Η «Google» βρίσκεται σε στενή συνεργασία με την κυβέρνηση του Ισραήλ. Τον Μάη του 2021 μαζί με την «Amazon» ανακοίνωσε την υπογραφή ενός συμβολαίου αξίας 1,2 δισ. δολαρίων για την παροχή ενός συστήματος υπηρεσιών cloud για την κυβέρνηση και τον στρατό του Ισραήλ. Η συμφωνία προκάλεσε τις αντιδράσεις του προσωπικού και στις δύο εταιρείες, με περίπου 400 υπαλλήλους να υπογράφουν ανοιχτή επιστολή, αρνούμενοι να συνεργαστούν. Η «Google» ανάγκασε μία Εβραία εργαζόμενη, την Ariel Koren, σε παραίτηση, επειδή πρωτοστάτησε στις αντιδράσεις των εργαζομένων.
Η ίδια σε συνέντευξή της ανέφερε: «Η "Google" φιμώνει συστηματικά τις παλαιστινιακές, εβραϊκές, αραβικές και μουσουλμανικές φωνές που ανησυχούν για τη συνενοχή της "Google" στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Παλαιστινίων - σε σημείο να προβεί σε επίσημα αντίποινα εναντίον των εργαζομένων και να δημιουργήσει ένα περιβάλλον φόβου. Από την εμπειρία μου, η φίμωση του διαλόγου και της διαφωνίας με αυτόν τον τρόπο βοήθησε την "Google" να προστατεύσει τα επιχειρηματικά της συμφέροντα με τον στρατό και την κυβέρνηση του Ισραήλ».
Ο κατάλογος των μηχανισμών προπαγάνδας του Ισραήλ, βέβαια, δεν τελειώνει εδώ. Στο «οπλοστάσιο» υπάρχουν και μηχανισμοί παρέμβασης σε ιστοσελίδες μέσων ενημέρωσης και σε ΜΚΔ, που στοχεύουν στο περιεχόμενο που «ανεβαίνει», αλλά και στη συζήτηση που ακολουθεί.
Τέτοιοι μηχανισμοί, όπως η οργάνωση «Act.IL», δεν επιχειρούν να δημιουργήσουν περιεχόμενο παραπληροφόρησης ή ψευδών ειδήσεων, αλλά να σχηματίσουν την εντύπωση ότι η πλειοψηφία του κόσμου αντιτίθεται σε φιλοπαλαιστινιακό περιεχόμενο και υποστηρίζει το κράτος του Ισραήλ. Δεν πείθουν δηλαδή τον χρήστη ότι μια είδηση είναι ψευδής ή αληθής. Προσπαθούν να τον πείσουν ότι όλοι οι άλλοι πιστεύουν την προπαγάνδα η οποία ξεπλένει το Ισραήλ.
Στην ετήσια έκθεσή της του 2019, η «Act.IL» αναφέρει ότι στόχος της είναι να «επηρεάσει το ξένο κοινό» και να πολεμήσει κινήματα που στηρίζουν τους Παλαιστίνιους. Μέσω της εφαρμογής της, η «Act.IL» αναθέτει «αποστολές» σε έναν κυριολεκτικό στρατό από διαδικτυακά «τρολ», με αντάλλαγμα βραβεία και υποτροφίες. Η εφαρμογή κατευθύνει σχόλια προς ειδησεογραφικούς ιστότοπους για την υποστήριξη του Ισραήλ και επιτίθεται σε δημοσιογράφους, πολιτικούς κ.λπ. που στηρίζουν τον αγώνα του λαού της Παλαιστίνης. Η έκθεση που διέρρευσε ισχυρίζεται ότι στην εφαρμογή του «Act.IL» 15.000 «διαδικτυακοί εθελοντές» από 73 χώρες ολοκλήρωναν 1.580 τέτοιες αποστολές κάθε βδομάδα.
Οπως αναφέρει η ίδια η έκθεση, πέρα από την έδρα της στο Ισραήλ η οργάνωση διατηρεί γραφεία και «αίθουσες μέσων ενημέρωσης» σε 6 πόλεις των ΗΠΑ, προήλθε δε από μια κοινοπραξία του Ισραηλινού - Αμερικανικού Συμβουλίου και του ιδιωτικού Πανεπιστημίου του Ισραήλ «Interdisciplinary Center». Η οργάνωση λειτουργεί με βάση τον μηχανισμό που είχε στήσει το «Interdisciplinary Center» για να στηρίξει προπαγανδιστικά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις «Pillar of Defense» (2012) και «Protective Edge» (2014) του ισραηλινού στρατού στη Γάζα.
«Πιστεύουμε ότι αυτές τις μέρες κάθε ιδιοκτήτης smartphone μπορεί να γίνει διπλωμάτης στο διαδίκτυο και μπορεί να προσπαθήσει να επηρεάσει την παγκόσμια κοινή γνώμη από την άνεση του σπιτιού του», αναφέρει η έκθεση και προσθέτει:
«Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει η κύρια πλατφόρμα στον σύγχρονο κόσμο για την κατανάλωση ειδήσεων και οι χρήστες ασκούν σημαντική επιρροή στις απόψεις των αναγνωστών. Οι καταναλωτές ειδήσεων αυτές τις μέρες θεωρούν την ενότητα σχολίων, σε ειδησεογραφικούς ιστότοπους και κοινωνικά μέσα, σημαντικό μέρος της ιστορίας. Ως εκ τούτου, κατευθύνουμε την κοινότητά μας να προσθέσει και να υποστηρίξει φιλοϊσραηλινά σχόλια σε διεθνή άρθρα στο διαδίκτυο, μετατρέποντας αυτά τα σχόλια στα πρώτα που διαβάζονται».
Σε ένα παράδειγμα της δράσης της, η οργάνωση αναφέρει ότι «χρησιμοποιώντας τον διαδικτυακό ακτιβισμό» κατάφερε το 2018, όταν το Ισραήλ σκότωνε Παλαιστινίους που συμμετείχαν στις πορείες «Για τη Μεγάλη Επιστροφή», να «πιάσει» την κορυφή στα σχόλια σε πάνω από 30 άρθρα από δίκτυα όπως το CNN, το BBC και το «Al Jazeera English».
Ενδεικτικό για τις μεθόδους της οργάνωσης είναι το άρθρο του διευθυντή της, Yarden Ben Yosef, πρώην στελέχους της μονάδας «8200», σε ένα περιοδικό που απευθύνεται σε Ισραηλινούς διπλωμάτες6.
Στο άρθρο ο εν λόγω εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι στη Γάζα εκείνο τον Μάιο «η παλαιστινιακή αφήγηση επικράτησε στα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης έναντι της ισραηλινής». Ετσι, στην οργάνωση αποφάσισαν να κάνουν προτεραιότητα τον έλεγχο της συζήτησης στο διαδίκτυο, «εισβάλλοντας» σε διαδικτυακές συζητήσεις.
Ισχυρίστηκε ότι νίκησε σε αυτές τις προσπάθειες, «ανεβάζοντας τα φιλοϊσραηλινά σχόλια στην κορυφή της λίστας στο 85% των περιπτώσεων». Ακόμα, γράφει πως αυτή η στρατηγική επιτρέπει στο Ισραήλ να παρακάμψει την «περιορισμένη ικανότητά του να επηρεάζει την παγκόσμια κοινή γνώμη κατά τη διάρκεια κρίσεων», λόγω της «επίσημης ταυτότητας» των κυβερνητικών υπηρεσιών.
«Σε περιόδους κρίσης, πολλοί στο Ισραήλ και σε όλο τον κόσμο επιθυμούν να επικρίνουν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης που προωθούν την παλαιστινιακή αφήγηση εναντίον του Ισραήλ και να κάνουν τις φιλοϊσραηλινές φωνές να ακουστούν», γράφει επίσης.
«Αν και δεν μπορούμε να επηρεάσουμε ποιες ειδήσεις επιλέγουν να δημοσιεύσουν οι ιστότοποι ή το ποσό της "επισκεψιμότητας" που φτάνει σε αυτούς, έχουμε τη δυνατότητα να επηρεάσουμε τη διαδραστική συζήτηση που λαμβάνει χώρα σε διαδικτυακούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους και πλατφόρμες κοινωνικών μέσων (...) Το άρθρο αντιπροσωπεύει τον δημοσιογράφο και το μέσο ενημέρωσης που, αλλά τα σχόλια αντιπροσωπεύουν το λεγόμενο "κοινό". Η συμβολή τους επηρεάζει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο άλλοι αναγνώστες διαμορφώνουν τις απόψεις και τη στάση τους σχετικά με το περιεχόμενο των ειδήσεων.
(...) Ενώ δεν έχουμε τη δυνατότητα να επηρεάσουμε μια έντυπη είδηση όταν αυτή η ιστορία καταναλώνεται κυρίως μέσω πλατφορμών ψηφιακών μέσων και οδηγεί σε έντονη συζήτηση, μπορούμε να συμμετάσχουμε και να αφήσουμε ένα σημάδι. Με άλλα λόγια, αν και δεν έχουμε τα μέσα να επικοινωνήσουμε με τους Ευρωπαίους που διαβάζουν μια έντυπη φιλοπαλαιστινιακή ιστορία στο Μετρό, διαθέτουμε τα μέσα για να επικοινωνήσουμε μαζί τους εάν διαβάζουν το εν λόγω άρθρο στο κινητό τους τηλέφωνο. Ευτυχώς για εμάς, οι περισσότεροι επιβάτες του Μετρό είναι του τελευταίου είδους - και επομένως προσβάσιμοι»...
Να λοιπόν πόσα εμπόδια, πόσους παραμορφωτικούς φακούς, πόσους κρατικούς και άλλους μηχανισμούς πρέπει να υπερπηδήσει η αλήθεια για να φτάσει (αν φτάσει ποτέ) στα λαϊκά στρώματα που παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα τη σφαγή του Παλαιστινιακού λαού.
Στη χώρα μας είναι τεράστια η ευθύνη αστικών ΜΜΕ και δημοσιογράφων - σχολιαστών που αναπαράγουν ανεξέλεγκτα την ισραηλινή - ευρωατλαντική προπαγάνδα του πολέμου, προκαλώντας τα αισθήματα αλληλεγγύης, αλλά και τη νοημοσύνη του λαού.
Το ξεσκέπασμα και η καταδίκη της από το εργατικό - λαϊκό κίνημα είναι η καλύτερη απάντηση στην προσπάθεια κυβερνήσεων - ΜΜΕ - ιμπεριαλιστικών οργανισμών να ξεπλύνουν τα κατοχικά εγκλήματα, την ελληνική εμπλοκή και τις ευθύνες των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, όχι μόνο για το αδιέξοδο στην περιοχή, αλλά και για τον κίνδυνο που μεγαλώνει να γενικευτεί ο πόλεμος σε όλη τη Μέση Ανατολή.
Παραπομπές:
2. https://www.nytimes.com/2022/09/05/world/middleeast/shireen-abu-akleh-killed.html
3. https://nypost.com/2023/10/10/hamas-kills-40-babies-and-children-beheading-some-of-them-at-israeli-kibbutz-report/ και https://nypost.com/2023/10/09/hamas-threatens-to-execute-israeli-hostages-on-camera/
6. https://www.eng.arenajournal.org.il/single-post/Yarden-Ben-Yosef-Digital-Battleground-ENG